Το Ομότιμο Κίνημα και η Ελληνική Πραγματικότητα
Η ενότητα αυτή περιλαμβάνει άρθρα δημοσιευμένα στο P2P blog που ανήκουν στη κατηγορία "Ελλάδα & Ομότιμο Κίνημα".
P2P και η “Ελληνική” περίπτωση
Tου Γιώργου Παπανικολάου George Papanikolaou
Tο Ελληνικό blog του P2P foundation βρίσκεται επιτέλους στον αέρα. Η προετοιμασία του έγινε συλλογικά από μια αρχική ομάδα λίγο πριν το ξέσπασμα των πρόσφατων πυρκαγιών. Στις μεταξύ μας συζητήσεις εκείνων των ημερών με τον Βασίλη Κωστάκη κυριαρχούσε η ανάγκη να επιταχυνθούν οι διαδικασίες σαν να υπήρχε μια αδιόρατη εσωτερική πίεση να κοινοποιηθεί το εννοιολογικό πλαίσιο της P2P θεωρίας και να εκτεθεί στο ελληνικό κοινό όσο το δυνατόν συντομότερα. Σαν να δίναμε μια μάχη με το χρόνο. Δυστυχώς λίγες μέρες μετά, η χώρα μας βίωσε την τρομακτική οικολογική, ανθρώπινη και οικονομική καταστροφή των πυρκαγιών. Στην πραγματικότητα πιστεύω ότι κανείς από μας δεν εξεπλάγη από την κατάληξη αυτής της τραγωδίας, που δεν αποτελεί παρά μόνο την κορυφή του παγόβουνου της βαθιάς κοινωνικοπολιτικής κρίσης του Ελληνικού χώρου. Αποτελεί ωστόσο μεγάλο δυστύχημα ότι η αποκάλυψη και κοινοποίησή της στον διεθνή χώρο έγινε με τρόπο τόσο δραματικό και σε βάρος ενός τόσο δυσαναπλήρωτου κοινού αγαθού: του φυσικού περιβάλλοντος.
Στην επικοινωνία αυτή θα προσπαθήσω να απαντήσω στο ερώτημα του Michel Bauwens “γιατί ένα τέτοιο ενδιαφέρον για την P2P θεωρία στην Ελλάδα;” όπως εγώ το αντιλαμβάνομαι.
Ο σημερινός τρόπος οργάνωσης της διεύθυνσης της Ελληνικής κοινωνίας έχει φτάσει κοντά στα όριά των διαχειριστικών δυνατοτήτων του. Θεσμοί, κράτος και πολιτικά κόμματα αδυνατούν να διαχειριστούν τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της ίδιας της άρχουσας τάξης, αδυνατούν να συγκρουστούν με τα δίκτυα οργανωμένων ομάδων/τάξεων και να επιβάλουν με συνέπεια ακόμα και οποιαδήποτε μεταρρύθμιση δεν υπερβαίνει τα πλαίσια του συστήματος αλλά του εξασφαλίζει την μεσοπρόθεσμη επιβίωση. Για παράδειγμα, η αδυναμία αντιμετώπισης της πρόσφατης κρίσης των πυρκαγιών -ανεξάρτητα από τον επιμερισμό ιδιαίτερης βαρύτητας ευθυνών - πιστώνεται σήμερα από την πλειονότητα, στο σύνολο του ιεραρχικά δομημένου συγκεντρωτικού συστήματος κράτους και κομμάτων. Το “πρωτόκολλο” δόμησης του ιεραρχικού δικτύου της εξουσίας είναι σοβαρά διεφθαρμένο και βουτηγμένο μέσα στην ανυποληψία. Πελατειακές σχέσεις, παραοικονομία, αδιαφάνεια, επικοινωνιακή διαχείριση των προβλημάτων, νεποτισμός και διοικητική αυθαιρεσία, αποτελούν κυρίαρχες πρακτικές αποστερώντας του την εσωτερική νομιμοποίηση. Ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας είναι στενά συνδεμένος με την κρατική δραστηριότητα και διαπλέκεται μ’ αυτή πολυποίκιλα διαμορφώνοντας ένα αρνητικό για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Η σχάση του αποστήματος της διαφθοράς συμπαρασέρνει όχι μόνο υψηλά κοινωνικά στρώματα, αλλά διαχέεται ευρέως και στις κατώτερες τάξεις. Όλ’ αυτά συνδυασμένα με τις εγγενείς αδυναμίες επίτευξης μιας εγγυημένης ευημερίας σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, οδηγεί σε ουσιαστική ανημπορία των πολιτικών δυνάμεων να οργανώσουν τη συναίνεση. Τα κρίσιμα συσσωρευμένα προβλήματα (φτώχεια, υπερδανεισμός, υποαμοιβόμενη εργασία, ανεργία, επαπειλούμενη κατάρρευση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, αναποτελεσματική παιδεία και δημόσια υγεία) απαιτούν πλατιές συναινέσεις και είναι αμφίβολο ότι οι υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις και οι θεσμοί με την παρούσα οργανωτική τους δομή επαρκούν για να τα επιλύσουν και να εξασφαλίσουν μεσο-μακροπρόθρεσμη σταθερότητα και ευημερία.Για τον λόγο αυτό οι άνθρωποι είναι ανήσυχοι και πολλές φορές αγανακτισμένοι. Ένα μεγάλο μέρος τους αναζητά έναν νέο αυτοπροσδιρισμό, μια νέα σχέση με την πολιτική και τη συλλογικότητα, έξω από παραδοσιακά σχήματα και θεωρίες. Ένα μικρότερο -αλλά ευάριθμο- μέρος αποζητά να συμμετάσχει ενεργότερα στη διαμόρφωση της ιστορίας, προβληματιζόμενο για την δική του προσωπική ευθύνη.Αλλά πως; Μέσα στις συνθήκες αυτές η προσπάθεια για τη διεύρυνση των οριζόντων της πολιτικής σκέψης αποτελεί φυσιολογική συνέπεια. Το εννοιολογικό πλαίσιο της P2P θεωρίας προσφέρει μια επίκαιρη ερμηνεία των φαινομένων αλλά πολύ περισσότερο διακρίνει τις βασικές συνιστώσες μιας νέας μορφής κοινωνικής οργάνωσης που αναπτύσσεται μπροστά στα μάτια μας. Σκιαγραφεί τα βασικά συστατικά ενός υπαρκτού «νέου» που έχει «εφικτό» μέλλον και στόχους που δεν αποτελούν μια νέα ουτοπία. Δίνει μερικές από τις απαντήσεις και υποδεικνύει τη γενική κατεύθυνση δράσης και πειραματισμού.
Θα συμφωνούσα με τον Βασίλη Κωστάκη οι P2P διαπερνούν, θα πρόσθετα και διεμβολίζουν, την αριστερά και τη δεξιά με τους παραδοσιακούς τους προσδιορισμούς (αν και πιστεύω ότι οι P2P αποτελούν μια πολιτική έκφραση της σύγχρονης αριστεράς). Θα μπορούσα αυθόρμητα να διακρίνω δυνάμεις ρευμάτων της πρόσφατης ελληνικής πολιτικής ιστορίας που μπορεί να έχουν ένα εκλεκτικό ενδιαφέρον για την P2P θεωρία: καταρχήν οι δυνάμεις που συμμετείχαν στη ριζοσπαστική πολιτικοποίηση της μεταπολίτευσης και που απογοητευμένες είδαν το πολιτικό τους κεφάλαιο να εξανεμίζεται σε επιτεύγματα πολύ κατώτερα των προσδοκιών τους, δυνάμεις του οικονομικού και πολιτικού φιλελευθερισμού που στεγάστηκαν περιθωριακά και παροδικά στην ελληνική κεντροδεξιά και κυρίως μεγάλα τμήματα της ελληνικής νεολαίας που δεν θήτευσε στα θρανία της κομματικής πολιτικοποίησης ποτέ, αλλά βιώνει καθημερινά τις ομότιμες μορφές συμμετοχής και διανομής (από τη μουσική, τις ταινίες, τα παιχνίδια και τα blogs στις κοινότητες του διαδικτύου, μέχρι τη αναζήτηση της γνώσης και της επιστήμης). Η P2P θεωρία παρέχει το εννοιολογικό πλαίσιο συνάντησης μέσα από κοινή δράση των “πολιτικά έμπειρων” γενεών με την “τεχνολογικά έμπειρη” και κομματικά “παρθένα” νέα γενιά. Η συγκόλληση του ρήγματος αυτών των γενεών είναι σημαντική και επίκαιρη. Το ρήγμα είναι μεγάλο και συγκαλύπτεται συστηματικά από μια γενιά πρεσβύτερων “βολεμένων” που μετακύλισε τα δάνειά της καταναλωτικής της κραιπάλης, την παρωδία της δημόσιας οργάνωσης της και την οικολογική “έρημο” σε μια γενιά με υποβαθμισμένη παιδεία, ανεργία ή υποαμοιβόμενη εργασία και έλλειψη ευκαιριών (το πρόσφατο τηλεοπτικό σποτάκι της Greenpeace αποτελεί μόνο ένα πρώτο δείγμα της αναπτυσσόμενης αντιπαλότητας).
Ακόμα σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι η ζοφερή οικονομική κατάσταση (που ωστόσο δεν έχει αποκαλυφθεί στους μακροοικονομικούς δείκτες σε όλο της το μεγαλείο) καθιστά σχεδόν αδύνατη την απαιτούμενη αναδιανομή, εφόσον δεν υιοθετηθούν καινοτόμες προσεγγίσεις. Στην περίπτωση αυτή η μερική υιοθέτηση της P2P παραγωγής σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας (πχ παιδεία) και η διεύρυνση των «commons» (αρχικά σε άυλα πολιτιστικά και παραγωγικά αγαθά), παρέχει μια εναλλακτική βελτίωσης της εισοδηματικής θέσης των ασθενέστερων τμημάτων του πληθυσμού, απολύτως εφικτή στα πλαίσια του παρόντος συστήματος. Αποτελεί ένα μέσο επίτευξης οικονομιών κλίμακας που μπορούν να υποβοηθήσουν την συσσώρευση σε άλλους κλάδους της οικονομίας και να επιτρέψουν την αναδιανομή πλεονάσματος σε συνθήκες στενότητας πόρων. Όλ’ αυτά προϋποθέτουν ωστόσο πολιτική βούληση που δεν είναι εκφρασμένη ακόμα ούτε κατ’ ελάχιστο στους καθιερωμένους πολιτικούς χώρους.
Με λίγα λόγια ο ιστοτόπος μας έρχεται σε μια επίκαιρη στιγμή της ελληνικής ιστορίας όπου οι υποκειμενικότητες όχι μόνο επαναπροσδιορίζονται με ταχύρυθμες διεργασίες αλλά προκύπτουν επιπρόσθετα οικονομικές ανάγκες που πρέπει να αντιμετωπισθούν γρήγορα. Σε οποιαδήποτε περίπτωση αποτυχίας η χώρα αντιμετωπίζει τα ζοφερά ενδεχόμενα της περιθωριοποίησης στην διαδικασία της παγκοσμιοποίησης και το ρίσκο της ανόδου του πολιτικού αυταρχισμού. Χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης όπως η Ελλάδα διατρέχουν αυξημένους κινδύνους για μια τέτοια κατάληξη αν δεν ακολουθήσουν έγκαιρα διορατικές πολιτικές. Η P2P θεωρία είναι λοιπόν επίκαιρη για την Ελλάδα. Διαβάστε τις βασικές της αρχές στον ιστοτόπο μας.
Μετεκλογικές εξελίξεις στην Ελλάδα και P2P
Tου Γιώργου Παπανικολάου George Papanikolaou
Με την ευκαιρία των πρόσφατων εκλογών και του προεκλογικού φρεσκαρίσματος των πολιτικών απόψεων των κομματικών σχηματισμών αισθάνομαι την ανάγκη να προχωρήσω σε κάποιες διαπιστώσεις.
Τα οικονομικά προγράμματα όλων των κομμάτων (ανεξαρτήτου αυτοτοποθέτησης στο πολιτικό φάσμα) αναγνωρίζουν μόνο και μόνο μια κυρίαρχη μορφή σχέσης που οργανώνει την παραγωγή αξιών χρήσης, αυτήν της μισθωτής εργασίας. Ο πολιτικός τους ορίζοντας εξαντλείται σε μια οικονομία αμοιβαιότητας και η διαφορές τους στις μορφές που πραγματοποιείται η ανταλλαγή. Η «δεξιοσύνη» αποδίδεται στους οπαδούς της διαμεσολάβησης των αγορών, άρα της διεύρυνσης της σφαίρας των αγαθών που εμπορευματοποιούνται ενώ η «αριστεροσύνη» στους οπαδούς της διαμεσολάβησης των μηχανισμών του κράτους που ρυθμίζουν την αμοιβαιότητα μέσα από συστήματα ιεραρχίας. Οι ακραίες εκφάνσεις οργάνωσης της σύγχρονης μισθωτής εργασίας είναι από τη μια πλευρά ο «νεοφιλελευθερισμός» και από την άλλη ο πρώην «υπαρκτός σοσιαλισμός» όπου η ιεραρχία ιδιοποιούνταν προνομιακά το κοινωνικό πλεόνασμα. Αμφότεροι τρόποι είναι σήμερα απεχθείς στην πλατιά μάζα των εργαζόμενων τμημάτων του πληθυσμού. Για τον λόγο αυτό το δίλημμα αριστερά ή δεξιά μοιάζει ασαφές.
Αντίθετα, από τη σκοπιά του εννοιολογικού πλαισίου της P2P θεωρίας το δίλημμα μπορεί να επαναπροσδιορισθεί δίνοντας άλλο οικονομικό περιεχόμενο στο όραμα της αριστεράς. Μια νέας μορφής ιδιοκτησία ούτε κρατική/δημόσια ούτε ατομική, αλλά ομότιμη αναδύεται μέσα από την τεχνολογική υποδομή και την αφθονία που έχει κατακτήσει η ανθρωπότητα τουλάχιστον σε μια σφαίρα της παραγωγής. Μια νέα δυναμική ανθρώπινων σχέσεων, οι ομότιμες, που αποτελούν έναν τρόπο οργάνωσης της εργασίας έξω από την σφαίρα της μισθωτής εργασίας, παράγει σήμερα αξίες χρήσης. Η διεύρυνση της ομότιμης παραγωγής αποτελεί σήμερα το μόνο μακροχρόνια εγγυημένο τρόπο διανομής υπέρ των ασθενέστερων. Η διεύρυνση της σφαίρας των «Κοινών» με οποιονδήποτε τρόπο κι αν υλοποιείται αρκεί να διακρίνεται από τα θεσμικά χαρακτηριστικά της ομότιμης ιδιοκτησίας μπορεί να αποτελεί έναν τακτικό στόχο του πολιτικού της αγώνα (σε αντίθεση με τη διεύρυνση του κράτους). Το εφικτό ζητούμενο του οράματός της δεν μπορεί να αποτελεί τίποτα λιγότερο από την συρρίκνωση της σφαίρας του εξαναγκασμού στη μισθωτή εργασία. Η προστασία του εργαζόμενου και η εγγύηση της αξιοπρεπούς επιβίωσής του μέσα από ένα καθολικό εγγυημένο εισόδημα και όχι η προσπάθεια προστασίας των θέσεων της μισθωτής εργασίας μπορεί να είναι το κεντρικό σύνθημα του συνδικαλιστικού της αγώνα . Στο θεσμικό επίπεδο το πολιτικό της πρόγραμμα πρέπει να αποσκοπεί εκτός από την συμμετοχική δημοκρατία, ακόμα παραπέρα στην υιοθέτηση πρακτικών ομότιμης διακυβέρνησης. Η συμμετοχική δημοκρατία δεν μπορεί να ευδοκιμήσει από μόνη της σε ένα σύστημα που αναπαράγει και διευρύνει την οικονομική ανισότητα για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς δεν συμμετέχει νομιμοποιώντας ένα καθεστώς που δεν του εξασφαλίζει ευημερία. Αυτό θα αποτελούσε συμμετοχική κοροϊδία. Η επέκταση των ομότιμων μορφών διακυβέρνησης θα μπορούσε να κάνει εφικτό «…Ένα μεταρρυθμισμένο κράτος που λειτουργεί στο πλαίσιο της αναγνώρισης πολλαπλών συμμέτοχων και δεν υπάγεται πλέον στα εταιρικά συμφέροντα, αλλά λειτουργεί σαν ένας δίκαιος επιδιαιτητής μεταξύ των «Κοινών», της αγοράς και της οικονομίας «δώρων»…» (Michel Bauwens, «Η πολιτική οικονομία της ομότιμης παραγωγής»).
Αυτό το πλαίσιο μπορεί να οριοθετήσει πραγματικούς πόλους «προόδου» – «συντήρησης» και κατ’ αντιστοιχία «αριστεράς» – «δεξιάς».
Από αυτή την οπτική το εκλογικό αποτέλεσμα σηματοδοτεί την συντηρητική συνισταμένη της Ελληνικής κοινωνίας. Δεν σηματοδοτεί διόλου μια προς τ’ αριστερά στροφή του εκλογικού σώματος όπως μερικοί ισχυρίζονται. Ο συντηρητισμός διατρέχει οριζόντια όλο το πολιτικό φάσμα καθώς «δεξιές» αντιλήψεις δεσπόζουν στην Αριστερά.
Το εκλογικό αποτέλεσμα υποδεικνύει τον φοβικό και συντηρητικό χαρακτήρα που λαμβάνει ο αυξανόμενος ριζοσπαστισμός των μεσαίων στρωμάτων στη σημερινή συγκηρία. Το οικονομικό υπόστρωμα αυτού του ριζοσπαστισμού είναι η εκτεταμένη καταστροφή τους από την οικονομική ανάπτυξη σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, μιας κοινωνίας που δεν έχει προβεί σε επαρκείς ενέργειες αναδιάρθρωσης της παραγωγικής της βάσης. Δεσπόζουσες εκφάνσεις που προκαλούν την δυσαρέσκεια είναι η ιστορία του χρηματιστηρίου και ο τραπεζικός υπερδανεισμός που οδηγεί στην ταχύτατη συσσώρευση του πλούτου στο μεγάλο κεφάλαιο. Ο ριζοσπαστισμός δεν αποτελεί από μόνος του δύναμη προόδου. Για να μετατραπεί σε τέτοια χρειάζεται προοδευτικές θεωρίες και πρακτικές.
Σημαίνει όμως αυτό ότι ένας υποστηρικτής των P2P πρακτικών πρέπει να στέκεται σε απόσταση χωρίς να λαμβάνει θέση για τις εξελίξεις.
Καθώς η δυναμική του P2P είναι ακόμα ασθενική στον Ελληνικό χώρο η υποστήριξη όλων εκείνων των δυνάμεων που εξασφαλίζουν τις καλύτερες συνθήκες διάδοσης τους είναι επιβεβλημένη. Σ’ αυτό οι κομματικοί σχηματισμοί δεν είναι ίδιοι. Για παράδειγμα άλλοι υπογράφουν μυστικοσύμφωνα προσπαθώντας να προσδέσουν την μηχανογράφηση της χώρας στην Microsoft και άλλοι υιοθετούν έστω και εξαιρετικά περιορισμένα το ανοικτό λογισμικό. Άλλοι αδιαφορούν για τα ζητήματα των πατεντών λογισμικού και άλλοι αρχίζουν να τοποθετούνται θετικά. Άλλοι διαλέγονται με τις κοινότητες του ανοικτού λογισμικού και άλλοι τις περιφρονούν. Άλλοι υποστηρίζουν τον μαθητικό υπολογιστή και άλλοι σφυρίζουν αδιάφορα. Άλλοι επιχειρούν να μετασχηματίσουν ορισμένους θεσμούς και υιοθετούν πιο συμμετοχικά σχήματα οργάνωσης και άλλοι πιστεύουν σε μια περιορισμένη αντιπροσωπευτική δημοκρατία.